Κάθε μορφή trading εξυπηρετεί διαφορετικές ανάγκες επενδυτών, αλλά σήμερα θα εστιάσουμε στο positional trading, μία μορφή που επιτρέπει τη διατήρηση θέσης στην αγορά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Ειδικότερα, θα αναλύσουμε
Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με μία σύντομη περιγραφή.
Positional trading είναι μία βραχυπρόθεσμη στρατηγική πραγματοποίησης συναλλαγών (trading), στην οποία εσύ ως συναλλασσόμενος αγοράζεις και κατέχεις κάποιο χρηματοοικονομικό προϊόν (asset) για διάστημα εβδομάδων, μηνών, ακόμη και ετών.
Σε αυτό διαφέρει από τις μορφές trading βραχέων διαστημάτων, όπως είναι το scalping όπου οι συναλλαγές πραγματοποιούνται ανά εκατοντάδες σε διάστημα δευτερολέπτων ή λεπτών και το day trading όπου το κέρδος ή η ζημία από τις συναλλαγές υπολογίζεται με το κλείσιμο της αγοράς εντός της ημέρας.
Παράλληλα, το positional trading διαφέρει και από το swing trading, καθώς το πρώτο μπορεί να επεκταθεί σε μεγαλύτερα διαστήματα μηνών ή ετών.
Βέβαια, ακόμη και σε αυτά τα μεγαλύτερα διαστήματα δεν παίρνει τη μορφή μακροπρόθεσμων επενδύσεων, οι οποίες κατά βάση και πρακτικώς αναγκαστικά κυμαίνονται σε διαστήματα ετών, προκειμένου να αποφέρουν κέρδος.
Για να κατανοήσουμε, όμως, καλύτερα το positional trading, ας προχωρήσουμε στο πώς ακριβώς λειτουργεί.
Όπως προαναφέραμε, το positional trading κινείται σε διαστήματα εβδομάδων, μηνών ή ετών, με σκοπό την παρακολούθηση τάσεων (trends) και τη λήψη κερδών για όσο διάστημα διαρκούν οι τάσεις αυτές.
Για την πραγματοποίηση του, οι traders μπορούν να προβούν σε τεχνική ανάλυση, θεμελιώδη ανάλυση ή συνδυασμό των δύο. Ακόμη, μπορούν να συνυπολογίσουν παράγοντες μακροοικονομικούς ή τυχόν κοινωνικοπολιτικούς που ενδέχεται να επηρεάσουν την εξέλιξη των τάσεων.
Μάλιστα, λόγω των σχετικά μεγαλύτερων διαστημάτων του, το positional trading συχνά συμπεριλαμβάνεται στο χαρτοφυλάκιο επενδύσεων των ενδιαφερομένων, μαζί με τα στοιχεία της ανάλυσης που έχει προηγηθεί στο πλαίσιο αυτό.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι η εφαρμογή stop-loss order στις επενδύσεις μέσω positional trading αυξάνει την ασφάλεια των επενδύσεων αυτών.
Ειδικότερα, με το stop-loss order δίνεται εντολή να διακοπεί αυτομάτως το trading με αγορά ή πώληση κάποιου asset, όταν αυτό φτάσει σε συγκεκριμένη τιμή (stop price), με αποτέλεσμα να αυξάνεται η απόδοση της επένδυσης και να μειώνεται το ρίσκο βάσει αυτοματοποιημένων περιορισμών.
Ωστόσο, για να διαπιστώσεις εάν το positional trading μπορεί πράγματι να καλύψει τις επενδυτικές σου ανάγκες, ας κάνουμε μία συνοπτική περιγραφή των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων αυτού.
Επειδή τα χαρακτηριστικά που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εδώ ποικίλλουν, θα επιλέξουμε να αναφερθούμε στα πιο ουσιώδη τα οποία και είναι τα εξής.
Αρχικά, η κατοχή asset για μεγαλύτερο διάστημα επιτρέπει την αναμονή για μεγαλύτερες αυξομειώσεις των τιμών στην αγορά, οι οποίες οδηγούν στην απόκτηση αυξημένων κερδών και με λίγες μόνο συναλλαγές.
Μάλιστα, η πραγματοποίηση περιορισμένων συναλλαγών στο positional trading συνεπάγεται και τον αντίστοιχο περιορισμό στα ποσά προμηθειών συνολικά για τις συναλλαγές, συμβάλλοντας έτσι στην εξοικονόμηση πόρων για τον επενδυτή.
Παράλληλα, η αναμονή για μεγαλύτερες αυξομειώσεις συμβάλλει στην εξοικονόμηση χρόνου, ο οποίος στις περιπτώσεις άλλων μορφών trading θα αφιερωνόταν στη συνεχή παρακολούθηση ακόμη και ελαχίστων διακυμάνσεων των τιμών.
Ο ίδιος παράγοντας επιτρέπει, επίσης, στον συναλλασσόμενο να αποβάλλει μεγάλο μέρος της πίεσης που θα είχε κυνηγώντας μικρότερες μεταβολές σε συχνότερη βάση, π.χ. ημερών, ωρών, λεπτών ή ακόμη και δευτερολέπτων!
Ωστόσο, το positional trading δίνει και τη δυνατότητα για βραχυπρόθεσμες επενδύσεις, με πώληση ή αγορά του asset σε συντομότερο χρονικό διάστημα, εάν η παρακολουθούμενη τάση δεν αποδεικνύεται πλέον προσοδοφόρα. Με αυτόν τον τρόπο, προσφέρεται περαιτέρω ευελιξία στον κάθε ενδιαφερόμενο να διαχειριστεί την απόδοση της επένδυσής του εντός οποιουδήποτε χρονικού πλαισίου.
Από την άλλη, είναι προφανές ότι το όφελος από μεγάλες μακροπρόθεσμες αυξομειώσεις μπορεί να προκύψει μόνο όταν έχει καταβληθεί αυξημένο αρχικό κεφάλαιο. Έτσι, το positional trading παρουσιάζει υψηλότερες απαιτήσεις σε budget από τον τυχόν επενδυτή.
Ακόμη περισσότερο, ο επενδυτής θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για το γεγονός ότι το κεφάλαιο αυτό θα παραμείνει δεσμευμένο για εκτεταμένο χρονικό διάστημα, ώστε να μπορέσει τελικά να αποφέρει κέρδος.
Επιπλέον, το trading με παρακολούθηση των τάσεων εμφανίζει υψηλότερο ρίσκο. Εάν η ανάλυση των τάσεων και προβλέψεων πορείας τους δεν πραγματοποιηθεί με ενδελεχή και μεθοδικό τρόπο, υπάρχει πιθανότητα να καταβληθεί μεγάλο επενδυτικό κεφάλαιο χωρίς να υπάρξει ποτέ υψηλή απόδοση, αλλά αντιθέτως να προκύψει ζημία μεγαλύτερης κλίμακας.
Βέβαια, όπως αναφέραμε παραπάνω, η εφαρμογή stop-loss order μπορεί να προλάβει τέτοιου είδους ενδεχόμενα με έγκαιρο και αυτοματοποιημένο τρόπο.
Τέλος, για τον παραπάνω λόγο, συχνά απαιτείται η συνεργασία με ειδικούς συμβούλους positional trading, με αποτέλεσμα οι επενδυτές να καταβάλλουν το αντίστοιχο κόστος υπηρεσιών και, άρα, να μειώνονται τα έσοδά τους από τη δραστηριότητα αυτή.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι το positional trading μπορεί να ικανοποιήσει τις προτιμήσεις επενδυτών που επιθυμούν πιθανότητες αυξημένου κέρδους αλλά με μία πιο βραχυχρόνια μορφή επενδύσεων.
Βέβαια, για την ελαχιστοποίηση του ρίσκου στο πλαίσιο positional trading, απαιτείται η κατάλληλη πληροφόρηση και μεθοδική ανάλυση των τάσεων και αγορών στις οποίες θα πραγματοποιηθούν οι συναλλαγές.
Επομένως, εάν θες να γνωρίσεις τις αγορές επενδύσεων και να συναλλαχθείς σε αυτές μέσω positional trading, δεν έχεις παρά να ενημερωθείς για τις υπηρεσίες μας και να επικοινωνήσεις μαζί μας, ώστε να βρεις τη λύση που προσαρμόζεται στις ανάγκες σου!